
Η Κιβωτός του Ελληνισμού
Σήμερα η αποφράδα ημέρα της Άλωσης. Σήμερα πένθος Ελλήνων. Έστω και αν λίγοι Έλληνες θυμούνται τη μέρα και ίσως ακόμα λιγότεροι πενθούν την Πόλη, το σημαντικό είναι ότι ακόμα υπάρχουν Έλληνες, υπάρχει Ελληνισμός, μαζί και δυο ελληνικά κράτη, το Ελλαδικό και το Κυπριακό.
Έχω γράψει ήδη χτες για την ελληνική ταυτότητα του Ανατολικού Ρωμαϊκού Κράτους. Την περιγράφω ξανά σήμερα με διαφορετική προέκταση, ώστε να δικαιολογηθεί η σημερινή δημοσίευση:
Αν πάνω στο χιτώνα της Ανατολικής Αυτοκρατορίας τα σχέδια και τα διάσημα ήταν ρωμαικά, το σαρκίο της ήταν γένους ελληνικού. Πρόκειται για ιστορική συνέχεια βιολογική αρχαίου υλικού, το οποίο αφομοίωσε πολύφυλες και πολύγλωσες προσμίξεις, χωρίς να χάσει την πυρηνική του σύσταση. Ελληνική έγινε και η λαλιά του Κράτους, γιατί ελληνική ήταν η ψυχή τού πιο προβλεβλημένου, του ηγετικού έθνους. Το ισχυρό υπόστρωμα ελληνικού πνεύματος των ελληνόφωνων υπηκόοων του επικράτησε ήδη από τον Ηράκλειο, και επιβλήθηκε από τα κάτω, ως στην κορυφή του Κράτους.
Μέσα από την ανθεκτική γενετική, πολιτισμική και γλωσσική διαχρονία του, το Ελληνικό Έθνος έγινε το κυρίαρχο έθνος του Ανατολικού Ρωμαϊκού Κράτους. Δεν ήταν ο ιδρυτής, έγινε όμως, δια της πολιτισμικής του ισχύος, νόμιμος κύριος και αδιαπραγμάτευτος κληρονόμος. Για υπηκόους και για ξένους, για εχθρούς και φίλους, η Ρωμανία ήταν η "Αυτοκρατορία των Ελλήνων". Μέσα από αυτή τη μεταστοιχείωση επιβίωσε και ξανάνθισε το Ελληνικό Έθνος, κάνοντας τον νεολογισμό "βυζαντινός" συνώνυμο του "ελληνικός".
"Εάλω η Πόλις"! Για τους ξένους η είδηση έφερε ταραχή, ίσως και τρόμο. Για το Ελληνικό Έθνος όμως, η κραυγή αντιλάλησε θρήνο και οδυρμό.
Ήρθε λοιπόν στις 29 Μαϊου του 1453 το οριστικό τέλος του Ελληνισμού;
Κι όμως, είμαστε ακόμη εδώ σήμερα, σχεδόν 600 χρόνια μετά, μιλώντας αδιάκοπα την τρισχιλιετή γλώσσα, τηρώντας έθιμα κοινού βίου που ρίχνουν ρίζες πίσω στην αρχαιότητα, με πνεύμα, χαρακτήρα και ήθη που αντικαθρεπτίζονται στο σήμερα ξεκινώντας αιώνες πίσω.
Δεν έχουμε μείνει βέβαια βιολογικά, πνευματικά, πολιτισμικά απαράλλαχτοι. Μπορεί όμως να ξεκινήσει κανείς σήμερα μια ιχνηλασία πίσω στο χρόνο, χωρίς ασυνέχεια. Ο μίτος που οδηγεί στο παρελθόν δεν διακόπτεται, δεν περνά μέσα από βαθειά σκοτάδια, μέσα από αδιευκρίνιστους ερεβώδεις τόπους. Βήμα-βήμα, πας και έρχεσαι στους αιώνες πατώντας πάντα σε σταθερή γη.
Αφού εμείς οι Έλληνες είμασταν πια το Βυζάντιο, γιατί δεν χαθήκαμε με την Άλωση;
Εύκολη η απάντηση, έστω και αν σήμερα πολλά συμφέροντα (από μέσα και από έξω), προσπαθούν να την συσκοτίσουν και να τη διαστρέψουν: με μια λέξη, η Ορθοδοξία!
Μίλησα πριν για μεταστοιχείωση και επανέρχομαι τώρα για να φωτίσω αυτήν ακριβώς την μεταστοιχειωτική δύναμη της Ορθοδοξίας. Αυτή ανέπλασε το Ελληνικό Έθνος στη διάρκεια της βυζαντινής του πορείας, προσδίνοντάς του μια νέα ιδιοπροσωπία, όπου πάνω στο αρχαίο υποδόριο στρώμα (με πρόταγμά του το Λόγο) προστέθηκαν οι μυώνες της Πίστης.
Μια νέας πίστης στο υπερβατικό, το άυλο και το απροσπέλαστο του Θεού-Δημιουργού· μιας πίστης σε ένα νέο μήνυμα πανανθρώπινης αγάπης, πέρα από τα όρια φύλου, φυλής και άστεως· μιας πίστης στη συγχώρεση και στην ελπίδα, ακριβώς γιατί ο ίδιος ο Θεός της εξανθρωπίστηκε, βίωσε ο ίδιος το δράμα του καθημερινού ανθρώπου -δια των Παθών- και νίκησε τη φθορά -δια της Αναστάσεως.
Αφότου ο Ελληνισμός εμβαπτίστηκε στα νάματα της Ορθοδοξίας, αναδύθηκε με νέα, ισχυρή και ανθεκτική πνευματική ιδιοπροσωπία. Αυτή έγινε η νέα του αυτοσυνείδηση, το ταυτοποιητικό στοιχείο απέναντι σε ομόφυλους και αλλόφυλους. Πλέον, η θέση τού Ελληνισμού στην Ιστορία και στη Γεωγραφία, η συνέχεια του, η επιβίωσή του κάτω από ξένη πολιτική κυριαρχία, η συμβίωση και η αντίστιξή του με άλλα έθνη, η ενσωμάτωσή του -ή όχι- εντός υπερεθνικών γεωπολιτικών δομών, μέσω ή κατ' αντίθεση της ορθόδοξης ιδιοπροσωπίας του, είναι το νεό του πεπρωμένο.
Καταλαβαίνει κανείς εύκολα γιατί και πώς συμπυκνώνονται γύρω από αυτή την ιδιοπροσωπία τόσα αντίθετα και υπονομευτικά συμφέροντα, όσα ακριβώς φθονούν την ανθεκτικότητα και την ποιότητα του Ελληνισμού. Ακόμη και όσα δεν ασχολούνται καθ' αυτό με τον Ελληνισμό, αλλά προτάσσουν την παγκόσμια πολτοποίηση κάθε ιδιοπροσωπίας.
Διάλεξα σήμερα να μιλήσω όχι για την Άλωση αλλά για την Κιβωτό. Απευθύνομαι όχι στον ορθόδοξο πιστό, αλλά στον σημερινό Έλληνα (όποια και αν είναι η σχέση του με την Ορθοδοξία) για να θυμήσω ότι όσο και να πονά η Άλωση, σημασία έχει η επιτυχία της επιβίωσης του Έθνους. Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε και να τιμήσουμε την πνευματική δύναμη που λέγεται Ορθοδοξία. Μας κράτησε ζωντανούς και ηθικά ελεύθερους στα μαύρα χρόνια ενώ μετά μας οδήγησε, μέχρι σήμερα, σε μια πορεία πολιτικά και πολιτισμικά διακριτή.
Ντρέπομαι που κατά το ιωβηλαίο της Επανάστασάς μας που κυρήχτηκε "για του Χριστού την πίστη την αγία και της Πατρίδος την ελευθερία", η επίσημη ελληνική κυβέρνηση (με μικρό) δε βρήκε λόγους ευχαριστίας και απόδοσης υπέρτατης τιμής για την Ορθοδοξία και τον Κλήρο. Φρόντισε μόνο να εκχωρήσει την οργάνωση των πανηγυρικών και τιμητικών εκδηλώσεων σε μια μη-κυβερνητική "υπεργολαβία" (Επιτροπή "Ελλάδα '21"), ώστε να αποφύγει να επωμιστεί η ίδια το όποιο πολιτικό κόστος της ανεπίσημης (αλλά με αυτό το τέχνασμα επίσημης) αποσιώπησης και υποτίμησης της Ορθοδοξης Εκκλησίας. Η Επιτροπή βρήκε άφθονα ιδωτικά μέσα (αλήθεια, με τι σκοπό;) και προσέλαβε όλο το συρφετό των μίσθαρνων οργάνων [1] της αποδόμησης της διαχρονίας του Ελληνισμού.
Λογικό είναι να στραφούν οι αποδομητές πρώτιστα κατά της ορθόδοξης αρχιτεκτονικής της ελληνικής ιδιοπροσωπίας, ως κύριας υπεύθυνης για την επιβίωση, τη σύνδεση με το παρελθόν και τη σημερινή διακριτότητα του Ελληνισμού. Γι' αυτό αντί να εμφανίζεται η ελληνική σημαία στα σύμβολα (logo) της Επιτροπής, παράλλαξαν το σχήμα της αφαιρώντας του το σταυρό!
Με οργή αλλά και περηφάνεια, στο δικό μου βιβλίο επανέφερα το σταυρό σε ένα σχέδιο που μοιάζει με αυτό της "Επιτροπής" αλλά πηγάζει από τη σημαία μας, ώστε ο συνειρμός να είναι ευθύς και ισχυρός.
Αποφάσισα επίσης να τονίσω στα πρώτα του κεφάλαια του βιβλίου τι οφείλουμε στην Ορθοδοξία, ανεξάρτητα από τη σημερινή ατομική σχέση του καθενός μας με τη θρησκεία.
Μακρηγόρησα ίσως, αλλά νομίζω ότι χρειαζόταν να συνδέσω και να αιτιολογήσω την παράθεση του αποσπάσματος του βιβλίου για την Ορθοδοξία, με τη σημερινή αποφράδα μέρα.
Α. ΑΠΟ ΤΗ ΣΚΛΑΒΙΑ ΣΤΗΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ
Α.1. ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ: Η Κιβωτός της Γλώσσας και της Εθνικής Συνείδησης (Απόσπασμα από το βιβλίο μου, σελ. 25-28)
Η ορθόδοξη Κιβωτός
Με το δικαίωμα που του έδινε η θρησκεία του, ο Τούρκος διαφέντευε τη ζωή, την τιμή και το βιός των ραγιάδων. Όσο ο Χριστιανός παρέμενε άπιστος-γκιαούρ, η υλική πρόοδος και η κοινωνική του άνοδος είχαν ηθικό και νομικό όριο. Αν λοιπόν ο φόρος για τους γκιαούρηδες ήταν βαρύς, αν η αξιοπρέπεια και η τιμή αβέβαιη, τότε γιατί δεν αλλαξοπίστησαν όλοι οι Έλληνες; Αφού με μία απόφαση μόνο ο ραγιάς μπορούσε να γίνει ξανά κύριος του εαυτού του, να περάσει από τη μια στιγμή στην άλλη στην πάνω βαθμίδα της κοινωνίας και του Κράτους, τότε γιατί η πλειονότητα των Ελλήνων δεν πρόδωσε τα ιερά και τα όσια;
Η ιστορία καταγράφει ότι λόγω της αφόρητης καταπίεσης, της φτώχειας και της καθημερινής περιφρόνησης, αρκετοί ορθόδοξοι αλλαξοπίστησαν και απαρνήθηκαν την ελληνική τους ταυτότητα. Αρκετοί –περισσότεροι από όσους μαθαίνουμε στα σχολικά βιβλία– αντάλλαξαν μνήμες, κληρονομιά και ιδανικά έναντι της κοινωνικής και οικονομικής προαγωγής που θα έφερνε η νέα πίστη.
Οι συντριπτικά πολλοί όμως –αληθινοί μάρτυρες– έμειναν ακέραιοι, προσηλωμένοι στην προγονική πίστη και στην εθνική τους συνείδηση. Πώς και γιατί έγινε αυτό; Για την απάντηση πρέπει να εξετάσουμε την ιστορική δράση της Εκκλησίας στα χρόνια της τουρκοκρατίας.
Μετά την Άλωση, η Ορθόδοξη Εκκλησία έγινε από θρησκευτικός οργανισμός και πολιτικός ηγέτης των Ορθοδόξων. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης ορίστηκε αντιπρόσωπος του Ρουμ-μιλλέτ εμπρός στον Σουλτάνο. Από θρησκευτικός θεσμός, η Εκκλησία απέκτησε μαζί κοσμικά και διοικητικά καθήκοντα, έγινε υπεύθυνη για τη δικαιοσύνη και για την παιδεία των Ορθοδόξων, ορίσθηκε επίσημα ως διαμεσολαβητής μεταξύ των χριστιανών και της κοσμικής εξουσίας των Οθωμανών.
Η Εκκλησία ανέλαβε να διαχειριστεί με «οικονομία» [2] την αποστολή της επιβίωσης του Γένους, πάντα με σκοπό την προετοιμασία της εθνικής Ανάστασης. Στη διάρκεια της αιχμαλωσίας του Έθνους ο ανώτερος και ο κατώτερος Κλήρος, επώνυμος και ανώνυμος, λειτούργησαν σαν τον ποιμένα που μάχεται να σώσει το ποίμνιό του από την πυρκαγιά. Για αυτή την αποστολή της διάσωσης του Ορθόδοξου Γένους, η Εκκλησία αναγκάστηκε να ισορροπεί ανάμεσα στο φως και στο σκοτάδι.
Όπως η καμένη γη που κυοφορεί μέσα της τον σπόρο που απέμεινε από τ’ αποκαΐδια, φυλάγοντάς τον να περάσει η συμφορά μέχρι να βρει τη δύναμη ξαναφυτρώσει, έτσι και η Ορθοδοξία έγινε το απώτατο καταφύγιο στον κατάτρεγμό του Γένους, η Κιβωτός της γλώσσας και της εθνικής του συνείδησης.
Γένος και Εκκλησία: τα Χρέη
Δεν έχει σημασία πόση θρησκευτική πίστη έχει μέσα του ο σημερινός θρησκευόμενος –ή όχι– Έλληνας του σύγχρονου, πολυσυλλεκτικού Ελληνικού Κράτους. Όποια και αν είναι η σημερινή θρησκευτική του άποψη, ο σύγχρονος Έλληνας έχει μεγάλο χρέος προς την Ορθόδοξη Εκκλησία. Αυτή διατήρησε την αυτεπίγνωση για την ευγένεια της καταγωγής, τη μνήμη της περήφανης κληρονομιάς, την ελπίδα για ανασύσταση ενός νέου Ελληνικού Οικουμενικού Κράτους με τα ίδια συστατικά στοιχεία με αυτά του βυζαντινού μεγαλείου, όταν το Γένος –ελεύθερο πια– θα μπορούσε να ορίσει το νέο του πεπρωμένο, να βρει ξανά την τιμή και την προκοπή του.
Από την Άλωση και μέχρι την Επανάσταση, «Ρωμιός» αυτοπροσδιοριζόταν αυτός που έχει γλώσσα ελληνική και πίστη ορθόδοξη. Τόσο στη συνείδηση των Γραικών όσο και στη συνείδηση των ξένων λαών –ακόμα και των ίδιων των Οθωμανών– ο νόμιμος κληρονόμος της Ιστορίας και της Γεωγραφίας ήταν το Ελληνόγλωσσο Ορθόδοξο Έθνος. Όταν ο Ρήγας καλούσε τους υπόδουλους λαούς σε εξέγερση, ένα ήταν το περιούσιο Έθνος που θα αναλάμβανε –αυτονόητα– την ηγεσία του ομόδοξου πολυεθνικού γεωπολιτικού χώρου.
Όταν Ρώσοι, Εγγλέζοι και άλλοι Ευρωπαίοι έκαναν τις προβλέψεις τους για τη διάδοχη κατάσταση στον Οθωμανικό χώρο, αντιλαμβάνονταν τον δυναμισμό των ελληνικών παροικιών στις χώρες τους, παρατηρούσαν την γενική άνοδο των Ρωμιών μέσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και συναισθάνονταν την ισχύ της ιστορικής μνήμης του Ελληνισμού. Όλοι αυτοί οι ξένοι έκριναν –ίσως φθονερά– ότι οι Έλληνες θα αναλάμβαναν αναπόφευκτα τα οικονομικά και τα πολιτικά ηνία της νοτιοανατολικής Ευρώπης[3].
Για τους ίδιους τους Ρωμιούς, κληρονόμος ήταν το «Γένος», λέξη που δηλώνει άμεση, γενετική σχέση με την Βυζαντινή Αυτοκρατορία, έτσι όπως την αισθάνονταν πάντα μέσα τους οι Ρωμιοί.
Πόσα σκοτεινά χρόνια πέρασαν μπροστά στο ταπεινό ψαλτήρι, όπου με ένα κερί στο χέρι και μέσα από τις φθαρμένες σελίδες, ο απλός ιερωμένος και ο ανώνυμος λαϊκός –ο αναγνώστης– απήγγειλαν ψαλμούς σε μια δοξασμένη γλώσσα, αυτή που τρεις χιλιάδες χρόνια τώρα τη μιλούσαν οι πρόγονοί τους;
Έψαλλαν εκεί, στο ταπεινό ξωκκλήσι, τις ίδιες μελωδίες που άλλοτε ακούγονταν υπερκόσμιες μέσα στην Αγια-Σοφιά, «το Μέγα Μοναστήρι».
Στο τέλος, η πνευματική και ηθική δύναμη της Ορθοδοξίας, η σεμνή φλόγα του καντηλιού στο εικονοστάσι, κατάφεραν να νικήσουν το σκοτάδι και να φέρουν το τέλος της σκλαβιάς. Οι καμπάνες της Παλιγγενεσίας χτύπησαν χαρμόσυνα διακόσια τόσα χρόνια πριν τις μέρες μας.
Στη λαμπαδηφορία που ξεκινά με τον Όμηρο, ο πυρσός της Γνώσης που άναψε πρώτος ο Έλληνας, ο ίδιος που κάποτε φώτισε τον κόσμο όλο –και τον φωτίζει ακόμη– έγινε για τετρακόσια σκοτεινά χρόνια γλυκό θάλπος καντηλιού εμπρός στο εικονοστάσι. Το σεμνό αυτό ορθόδοξο φως έγινε το «άσβεστον πυρ» που ζέσταινε την ψυχή του κατατρεγμένου ραγιά· μέχρι να έρθει η ώρα να ξανανάψει ο δαυλός με νέα φωτοβόλα δύναμη.
Μέσα στην ατέλειωτη –ως του φαινόταν– διαδρομή των δύσκολων χρόνων, ο μοναχός στάθηκε να ατενίσει τους βράχους που ορθώνονταν γιγάντιοι εμπρός του. Το σχήμα τους χανόταν μέσα στο σύννεφο, αληθινά μετέωρα μεταξύ γης και ουρανού. Πήγαινε πίσω στο μοναστήρι του για να διαβάσει το Ευαγγέλιο και να ψάλλει το Οκτωήχι. Δεν ήξερε πόσες γενιές σκλαβιάς είχαν περάσει για το Γένος. Δεν ήξερε ούτε πόσες γενιές ακόμα θα συνέχιζαν να ανηφορίζουν τον Γολγοθά. Όμως, το δικό του Χρέος προς το Γένος –το Χρέος να θυμάται, να δοξάζει και να ελπίζει– αυτό του το Χρέος, το ήξερε καλά!
…Η Ρωμανία ‘πέρασεν, η Ρωμανία ‘πάρθεν,
Η Ρωμανία αν ‘πέρασεν, ανθεί και φέρει κι άλλο.
«Ο Θρήνος της Τραπεζούντας», απόσπασμα
Σημειώσεις:
[1]: Αναφέρομαι στα διάφορα think tanks ("δεξαμενές σκέψης", ως ευφημισμός και μόνον), τις πανεπιστημιακές έδρες, τις εφημερίδες και τους εκδοτικούς οίκους που συγκροτούν ένα αδιαπέραστο πλέγμα συγγραφής και προπαγάνδισης της αποδομητικής σκέψης. Η χρηματοδότησή του έρχεται έξωθεν και είναι προφανές από όσα γράφω πιο πάνω, για το ποιός είναι ο τελικός στόχος.
[2]: Ο όρος ανάγεται στη βυζαντινή διπλωματία και συμβολίζει τη βέλτιστη χρήση των μέσων, την τέχνη της ισορροπίας μεταξύ συμβιβασμού, υποχώρησης και τελικής προόδου. Μέσω διπλωματικής και διοικητικής «οικονομίας» το Βυζάντιο επέζησε για χίλια χρόνια. Στη νεότερη εποχή, ένας άλλος επαναστάτης προσέφυγε στην αρχή της «οικονομίας», κηρύσσοντας προσωρινό συμβιβασμό μέχρι να στεριώσει και η δική του επανάσταση: «ένα βήμα μπρος, δύο βήματα πίσω»!
[3]: Στο τέλος όλοι τους αντιτάχθηκαν στην ανάδυση μιας νέας ορθόδοξης στρατιωτικής, οικονομικής και ναυτικής δύναμης στον κρίσιμο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου, καθώς ήταν ενάντια στα γεωπολιτικά τους συμφέροντα. Το σχήμα που τους εξυπηρετούσε ήταν μια μικρότερη εξαρτημένη Ελλάδα, αγκάθι στα πλευρά μιας αδύναμης και επίσης εξαρτημένης Τουρκίας.
Ελληνική ιστορία, Ελληνικότητα, Ορθοδοξία, Ρωμιοσύνη, Άλωση, Τουρκοκρατία, Παλιγγενεσία, Αγιά Σοφιά, Οικουμενικός Πατριάρχης, Βυζαντινή Αυτοκρατορία, Ελληνισμός