
Από το Ημερολόγιο του Ιωάννη Μεταξά: ανιστορικά παραληρήματα μιας αντιφατικής προσωπικότητας
Κάνω μια αναδημοσίευση του Σπύρου Κουτρούλη από το Άρδην τ. 132 με θέμα κάποιες (αν)ιστορικές θεωρίες, μαζί και ένοχες αναμνήσεις του Ι. Μεταξά, όπως τις αποτύπωσε στο ημερολόγιό του και σε άρθρα του στον Τύπο. Ο Μεταξάς άλλωστε προτιμούσε να γράφει από το να διαλέγεται ζωντανά -κοινοβουλευτικά θα λέγαμε- και ήταν συνεπέστατος στην βραδυνή καταγραφή των σκέψεών του. Οι σκέψεις, οι απόψεις, οι ιδέες, τα αισθημάτα και τελικά η πολιτική δράση τού αντιφατικού αυτού ανθρώπου, σημάδεψαν αποφασιστικά την νεώτερη ελληνική ιστορία. Για το τελικό πρόσημο του συνολικού ανύσματος των αποφάσεων και των δράσεων αυτού του ανθρώπου, σημερινοί πολίτες και ιστορικοί ακόμα ερίζουν.
Οι όλως αρνητικές εκτιμήσεις των αριστερών γιατο Μεταξά επικράτησαν συντριπτικά από τη Μεταπολίτευση και μετά (φυσιολογικό). Υπάρχει όμως μια αυξανόμενη τάση επανεκτίμησης του έργου του και του οράματός του για την Ελλάδα και τον Ελληνισμό. Η απαξιωτική εικόνα σταδιακά μετριάζεται, συνυπολογίζοντάς του τουλάχιστον τη διπλωματική διορατικότητα, τον ειλικρινή πατριωτισμό, τη φιλολαϊκή πολιτική ως δικτάτορας (που όμως συνδυαζόταν με το σκληρό διωγμό των πολιτικών του εχθρών) και -κυρίως- την υπερήφανη και εμψυχωτική του στάση κατά τον Πόλεμο του '40.
Υπάρχουν άλλοι (αυξανόμενη τάση και αυτή) που τον θεωρούν στρατιωτική ιδιοφυία (παρ' ότι όλως διόλου άκαπνος, θεωρείται εντούτοις άριστος επιτελικός), θερμό πατριώτη και ειλικρινή εθνικιστή, ο οποίος πίστευε στην ανωτερότητα του διαχρονικού Ελληνικού Πνεύματος. Και γι' αυτό το τελευταίο θα ήθελα να κάνω κάποια σχόλια, παρακινούμενος από τα όσα διάβασα στο άρθρο του εξαίρετου συγγραφέα Ε. Κουτρούλη.
Βέβαιο είναι ότι ο Μεταξάς στάθηκε ο πιο πολωτικός πολιτικός της σύγχρονης μετεπαναστατικής ελληνικής ιστορίας, μαζί με τον τέως βασιλιά Κωνσταντίνο και τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Σε σχέση όμως με τον τελευταίο, υπολειπόταν σε μόρφωση, καλλιέργεια, ευρύτητα σκέψης, διπλωματική δεξιοτεχνία, επικοινωνιακό χάρισμα και -κυρίως- πολιτικό και προσωπικό ήθος. Για να μην πούμε για την διόλου ασήμαντη για τον Μεταξά σύγκριση του φυσικού τους παραστήματος.
Όλα αυτά τα φυσικά, πνευματικά και ηθικά χαρίσματα που έκαναν το Βενιζέλο να ίπταται αβίαστα πάνω από την ελληνική πολιτική τάξη και να γοητεύει ευρωπαίους διπλωμάτες και αρχηγούς κρατών, έλλειπαν από τον Μεταξά. Όχι ότι ήταν απαίδευτος, αλλά ήταν φανερό ότι τον κατείχε από τα νιάτα του ένα σύμπλεγμα κατωτερότητας απέναντι σε κάθε προνομιούχο της φύσης ή της ανθρώπινης κοινωνίας. Κοντόχοντρος και άσχημος, δε διέθετε τη φυσική άνεση κοινωνικότητας που δικαιολογούσε η (κεφαλλονίτικη) ευγενική του καταγωγή. Προτιμούσε να επεξεργάζεται τις σκέψεις του και να συνθέτει τα οράματά του κατ' ιδίαν με το ημερολογιό του.
Οι εσωστρεφείς άνθρωποι μπορεί να διαθέτουν υψηλή νοημοσύνη (που σίγουρα διέθετε ο Μεταξάς), η οποία όμως πολύ πιθανό να οδηγεί το άτομο -και όσους αυτό επηρεάζει- προς ένα άγονο ή ακόμα και ολέθριο δρόμο. Η φυσιολογική άνετη αλληλεπίδραση με την κοινωνία, η ανοικτή και θαραλλέα ανταλλαγή σκέψεων και επιχειρημάτων με ομοιδεάτες ή με ιδεολογικούς αντιπάλους, η ορθολογική (μη εμπαθής) εκτίμηση ιδεών και καταστάσεων, έστω ακόμα η συναισθηματικά ισορροπημένη απόκριση σε κερδισμένες και χαμένες διαμάχες, ο διαρκής αναστοχασμός με βάση την νέα εικόνα που διαμορφώνουν πρόσωπα και πράγματα έξω από τον εαυτό μας: αυτά όλα είναι συστατικά που κάνουν μια ιδιοφυία να ανθίσει. Δημιουργεί έτσι έργο λογικά συνεκτικό, ηθικά διαυγές (ως προς τις αξίες και τους σκοπούς του), τοποθετημένο με αυτοπεποίθηση και αξιοπρέπεια μέσα στο συνολικό οικονομικό, επιστημονικό, πολιτικό και κοινωνικό γίγνεσθαι.
Η αποδοχή ή όχι του έργου από την υπόλοιπη κοινωνία, από τους ψηφοφόρους, από την αγορά, από την επιστημονική κοινότητα, καθόλου δεν εξασφαλίζεται με όλα αυτά τα συστατικά. Μπορεί να πλανηθείς ιδεολογικά, να σφάλλεις λογικά, να αστοχήσεις πολιτικά, να χρεωκοπήσεις οικονομικά, αλλά τουλάχιστον η μέτρηση της επιτυχίας ή της αποτυχίας ήρθε έξωθεν, αφού η ιδέα έγινε λόγος και ο λόγος έγινε διάλογος μέσα στην "αγορά" (εδώ με την αρχαιοελληνική σημασία).
Τέτοιες εξισορροπητικές αρετές έλλειπαν από τον Μεταξά. Γι' αυτό και η συμπλεγματικότητά του δεν γιατρεύτηκε ποτέ αλλά, αντίθετα, παροξύνθηκε με το χρόνο. Ζήλευε την φυσική άνεση της κοινωνικότητας όσο και την υπεροψία της μεγαλοαστικής τάξης -ο ίδιος καθόλου δεν εποφθαλμιούσε τον υλικό πλούτο- και εξ ου η φιλολαϊκή και ειλικρινώς φιλεργατική ακόμη πολιτική του ως δικτάτορας. Φθονούσε τον αντίποδά του Βενιζέλο με προσωπικό χθόνιο μίσος, ώστε η προσωπική ζημιά του αντιπάλου να προέχει του ευρύτερου εθνικού συμφέροντος.
Τι λοιπόν και αν, ως νοημοσύνη αποκλειστικά, ήξερε να καταστρώνει στρατιωτικά επιτελικά σχέδια -τα οποία βέβαια άλλοι εφάρμοζαν στο πεδίο, με κίνδυνο της ζωής τους; Tι και αν είχε αντιληφθεί την τρομακτική δυσκολία της Μικρασιατικής Εκστρατείας, την οποία θεωρούσε στρατιωτικά ανέφικτη; "Θαύματα" γίνονται, όπως στέριωσε και ο Ξεσηκωμός του Γένους μας ως "θαύμα", αν αναλογιστεί κανείς τις αντιξοότητες. Στην πράξη όμως η Επανάσταση ήταν έργο αποφασισμένων ανθρώπων: των Κολοκοτρώνηδων, των Καραϊσκάκηδων, των Κανάρηδων, των Υψηλάντηδων. Η Λευτεριά ήταν καρπός του θάρρους και της ευψυχίας των απλών αγωνιστών και της φυσικής και ηθικής αντοχής των ξωμάχων του λαού. Ας όψεται ο κάθε Κοραής που ζητούσε να περίμενουν όλοι αυτοί ακόμα 1-2 γενιές, μέχρι να "φωτιστεί" επαρκώς το Γένος...
Έτσι και ο Μεταξάς, στάθηκε ο ίδιος υπονομευτικός της εσωτερικής ενότητας του Έθνους -ο Διχασμός ήταν ο κύριος λόγος της Καταστροφής. Με μια πιο ευνοϊκή διεθνή συγκυρία, το Ελλαδικό Κράτος ίσως κατάφερνε να κερδίσει αυτόνομο γεωγραφικό τόπο στον Μικρασιατικό Ελληνισμό, ακόμη και να ενσωμάτωσει τον Θρακιώτικο και Κωνσταντινουπολίτικο Ελληνισμό. Είναι εκ των υστέρων που κρίνεται σωστή η "ορθολογική" του στρατιωτική εκτίμηση για το στρατηγικό βάθος της Τουρκίας που τότε παρέπαιε από κάθε άποψη και δεν είχε σχέση το σημερινό δημογραφικό γίγαντα που προέκυψε με συνεχείς εθνοκαθάρσεις Ελλήνων, Αρμενίων, Ασσυρίων και με βίαιο εκτουρκισμό Κούρδων και Αλεβιτών. Στην εξίσωση του Μεταξά όμως δεν έμπαιναν τα δίκαια και οι ελπίδες των Ελλήνων της Μικρασίας.
Μια τέτοια έλλειψη συνολικής και συνεκτικής ιστορικής αντίληψης είναι που εντόπισα στο ημερολόγιό του, όταν διάβαζα το άρθρο του Σπύρου Κουτρούλη. Τα ανιστορικά οράματα του Μεταξά περί του αστείρευτου αρχαιοελληνικού νάματος στο οποίο πρέπει να επανεμβαπτιστεί το Νεώτερο Ελληνικό Έθνος, αντιφάσκουν με την ίδια την έννοια της ιστορικής συνέχειας του Έθνους των Ελλήνων. Παραθέτω αυτούσιο το μέρος του άρθρου και τα σχετικά σχόλια του Σ. Κουτρούλη (οι υπογραμμίσεις δικές μου), ενώ στις αριθμημένες σημειώσεις θα κάνω τα δικά μου σχόλια, πιο κάτω.
Η ερμηνεία του Ιωάννη Μεταξά για τη Μεγάλη Ιδέα διατυπώνεται στον επίλογο των 70 άρθρων του, με τα οποία διαλέγεται με τον Ελευθέριο Βενιζέλο, στην Καθημερινή της 23ης Ιανουαρίου 1935. Ουσιαστικά αποτελεί αποδοκιμασία όλης της εθνικής εξόρμησης που προηγήθηκε αλλά και της αλεξανδρινής, βυζαντινής περιόδου. Η επιλογή του αρχαιοελληνισμού –όπως βέβαια αυτός τον ερμηνεύει– αποτελεί επανάληψη της «μικράς και έντιμης Ελλάδος», της Ελλάδος της Μελούνας. Επηρέασε στις επόμενες δεκαετίες αρκετούς στοχαστές που επικαλούνται έναν φανταστικό ελληνισμό, όχι για να ενισχύσουν αλλά για να αποδυναμώσουν το υπαρκτό ελληνικό κράτος. Οι αναφορές στον αποεδαφικοποιημένο ελληνισμό, που έχει απορροφηθεί από την αποκλειστική μέριμνα για τον πολιτισμό αποτελούν παραίτηση υπεράσπισης του υπαρκτού ελληνικού κράτους από εξίσου υπαρκτές απειλές από άλλα ισχυρότερα κράτη.
Γράφει ο Ι. Μεταξάς: «Αλλά τι Εθνικόν Ιδεώδες θα την εμπνεύσει, αφού η Μεγάλη Ιδέα κατέπεσε μετά πατάγου; Εδώ είναι το σφάλμα. Δεν κατέπεσεν η Μεγάλη Ιδέα. Κατέπεσεν η προσπάθεια προς πραγματοποίησιν αυτής υπό εδαφική μορφήν. Κατέπεσεν η Ελληνο-βυζαντινή αντίληψις αυτής. Δεν κατέπεσεν όμως η αρχαία αντίληψις αυτής, η αντίληψις της κυριαρχίας του Ελληνισμού, όπου ευρίσκεται και δρα[1]. Το σφάλμα είναι, ότι ενομίσαμεν ότι ημπορούμεν κατ’ αναλογίαν με άλλα έθνη, να περιλάβωμεν εντός ορίων εδαφικών τον Ελληνισμόν[2]. Ενώ ακριβώς η ιδιοφυΐα της φυλής μας είναι το να μη έχει όρια. Εις όλην την ιστορίαν μας, πλην του Βυζαντίου, οι Έλληνες απετελούμεν ένα ή πλειότερα ισχυρά κρατικά κέντρα με όρια, ακτινοβολούντα όμως πλοκάμους προς πάσας κατευθύνσεις, και απωτάτας ακόμη. Ούτε η προσπάθεια του Αλέξανδρου όπως του δώσει αλλοίαν μορφήν έσχε διάρκειαν. Αλλά εάν το κρατικόν κέντρον εκ του οποίου εκπορεύεται η φυλετική ζωή έχη όρια, το σύνολον όμως με τους πλοκάμους μαζί δεν δύναται να περιληφθή εις όρια…Αλλά τότε ποια θα είναι η ενότης ενός τοιούτου Ελληνισμού; Ο πολιτισμός του[3]! Και με πολιτισμόν δεν εννοούμεν τον μηχανικόν πολιτισμόν, αλλά τον βαθύτερον πολιτισμόν, όστις είναι η εκ των εγκάτων της φυλής μας εκδηλώσεις της ζωτικότητος, της ιδιοφυΐας της και της ισχύος της…Αυτό ήτο το περιεχόμενον της Μεγάλης Ιδέας του αρχαίου Ελληνισμού[4]. Αν θέλετε, αυτό υπελάνθανε ως Μεγάλη Ιδέα και του εν τω Βυζαντινώ κράτει Ελληνισμού, όχι όμως του Βυζαντινού κράτους, το οποίον κράτος κατά βάθος υπήρξεν όργανον του Ελληνισμού εκείνου. Αλλά το Βυζαντινόν κράτος ήτο κατασκεύασμα των τάσεων και των ροπών του Μεσαίωνος[5]. Ημείς δε τώρα ζώμεν εις τον εικοστόν αιώνα! Ο δε Ελληνισμός, όστις κατώρθωσε να φθάση εις τον εικοστόν αιώνα, ενώ τόσα έθνη κατεποντίσθησαν εν τω μεταξύ, βραδέως επαναστρέφει προς τας αντιλήψεις και την νοοτροπίαν του αρχαίου. Αυτή λοιπόν δύναται και κατ’ ανάγκην θα είναι η Μεγάλη Ιδέα μας, όχι με το Βυζαντινόν εδαφικόν περιεχόμενον της αρχαίας, δηλαδή κατ’ ουσίαν, και πάλιν η επικράτησις της φυλής και εκτός των ορίων του ελληνικού κράτους, ιδιαίτατα δε εις την γειτονίαν αυτού»[6].
[1]: Ο Σπύρος Κουτρούλης έχει ήδη τονίσει ότι η "αποεδαφοποίηση" -σχεδόν κατά την κυριολεξία της- είναι στην πραγματικότητα πρόσκληση κατάλυσης του εδαφικού κράτους, που τόσο αίμα χύθηκε για να δημιουργηθεί. Ο Μεταξάς αναφέρεται αξιωματικά σε έναν "Ελληνισμό που κυριαρχεί παντού όπου ευρίσκεται". Προφανώς όχι πολιτικά και κοινωνικά. Γιατί μπορεί ο νεώτερος παροικιακός Ελληνισμός να άνθισε εντός ξένων κυρίαρχων κρατών, αλλά οι Έλληνες πάροικοι ήταν -στην καλύτερη περίπτωση- "φιλοξενούμενοι". Ήταν στη διάθεση του εκάστοτε κυρίαρχου κράτους να αποσύρει εμπορικά προνόμια, να ανακαλέσει διατάγματα αυτοδιοίκησης και να διατάξει έξωση. Στην δε περίπτωση του αρχαιοελληνικού αποικισμού, έξω από το μικρό κομμάτι γης (λιμάνι και μια αγροτική έκταση γύρω του) που διαασφάλιζε στρατιωτικά η αποικία του Πόντου, της Σικελίας, της Μεσογείου ή της Αφρικανικής ακτής, οι άποικοι δεν εξασκούσαν καμιά ευρύτερη πολιτική κυριαρχία στην ενδοχώρα. Έδιναν όμως κίνητρο στους γηγενείς να ανέχονται τους εισβολείς-καταπατητές, ακριβώς λόγω της έλλειψης ιμπεριαλιστικού ενδιαφέροντος για την ενδοχώρα. Και δεύτερο, γιατί συνέφερε οικονομικά το εμπόριο με την αγροτική ενδοχώρα των γηγενών. Για ποια ιστορική κυριαρχία μιλά ο Μεταξάς λοιπόν; Πάντως όχι για την πολιτική και κοινωνική υποτέλεια των συμπαγών ελληνικών πληθυσμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ακόμη και στη Σμύρνη ή την Πόλη.
[2]: Αφού το κατάφεραν, μιας και το θέλησαν, τα άλλα κράτη, τότε γιατί ο Ελληνισμός να μην το επιδιώξει και αυτός; Ήταν χωρικά συμπαγής ο Γερμανόφωνος κόσμος και ο Σλαβικός κόσμος; Ήταν ομοιογενείς η Ρουμανία, η Γιουγκοσλαβία, η Βουλγαρία ή και η ίδια η Οθωμανική Αυτοκρατορία, οι αδηφάγοι γείτονές μας δηλαδή; Δείχνει σα να ζητά ο Μεταξάς ο Ελληνισμός να κοιτά αφ' υψηλού αυτό το γεωπολιτικό παραμύθι των νεώτερων εθνικών κρατών -με την εδαφική έννοια-, να άρεται και να αιωρείται σε μια θεωρητική ατμόσφαιρα πολιτισμικού αιθέρα.
[3]: Ο πολιτισμός λοιπόν είναι ισχύς μας. Αλλά ποια είναι τα πολιτισμικά επιτεύγματα του νεώτερου Ελληνισμού στην επιστήμη, τη φιλοσοφία, την τέχνη, την οικονομία, την τεχνολογία, την τέχνη της πολιτικής διοίκησης; Μόνο παρελθόν υπάρχει, το αρχαιοελληνικό και το βυζαντινό, και ο Μεταξάς κοιτά μόνο στο πρώτο ενώ αποτάσσεται το δεύτερο. Βλέπετε, το Βυζάντιο ως συνεχιστής της ρωμαϊκής του κληρονομιάς, διέσωσε και ενσάρκωσε ακριβώς το ιδεώδες του ενιαίου -εδαφικού- Κράτους, την ύψιστη δηλαδή τέχνη της διοίκησης πολυεθνικών πληθυσμών, διατηρώντας την έννοια του πολίτη -όχι του υπηκόου-, ισότιμου απέναντι στο Νόμο. Δεν έχει καθόλου αντιληφθεί ο Μεταξάς το μεγαλείο του βυζαντινού Ελληνισμού που κατάφερε να αλώσει εκ των έσω το ρωμαϊκό κρατικό κληροδότημα και να μετουσιώσει την Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος σε Ελληνική Αυτοκρατορία, τόσο στα μάτια των ξένων όσο και στην ψυχή των πολιτών του.
[4]: Υπάρχει καταλυτική αντίφαση στην πίστη του Μεταξά (και σε όλους τους αρχαιολάτρες), ότι ο σύγχρονός του Ελληνισμός διατηρεί ακέραια τα στοιχεία του αρχαιοελληνικού του παρελθόντος (ως "εκδηλώσεις της ζωτικότητος, της ιδιοφυΐας της και της ισχύος"). Αν ήταν και παραμένει τόσο ισχυρός ο Ελληνσμός τότε τι του συνέβη και "εκοιμήθει" από τη Χαιρώνεια μέχρι του Μεταξικού Καθεστώτος; Ακολουθούσε την επικούρειο συμβουλή του "λάθε βιώσας" ή πολέμησε και ηττήθηκε; Οπότε για ποια διαχρονική ισχύ μιλάμε;
[5]: Πρόκειται για χονδροειδή αναχρονισμό να μιλά για το Βυζάντιο (μεταξύ 4ου και 15ου αιώνα) ως κατασκεύασμα του Μεσαίωνος. Εκτός αν ο μεταξικός "Μεσαίων" ξεκινά και αυτός στη Χαιρώνεια.
[6]: Τελικά επιστρέφει στην ανάγκη να επικρατήσει ο Ελληνισμός στην σημερινή υπανάπτυκτη και βίαιη γειτονιά του. Πολιτισμικά και μόνο -εννοείται-, αναπέμποντας φανταστικούς "πλοκάμους" μόνο, αντί για στρατό προς υπεράσπιση των εδαφικών συνόρων και των Ελλήνων της διασποράς.
Πρόκειται για παραλήρημα (λήρος: φλυαρία, μωρολογία, επιδεικτική αλλά χωρίς ουσία ομιλία) ανιστόρητου εγωπαθούς ανθρώπου. Η εσωστρέφεια και το σύμπλεγμα κατωτερότητας οδήγησαν ένα λαμπρό μυαλό στη μεγαλοστομία, την ασυναρτησία και τη γελοιοποίηση.
Αν ο Μεταξάς είχε υποκύψει στην ιταλική απαίτηση εκείνο το ιστορικό πρωί της 28ης Οκτωβρίου 1940 στο σπίτι της Κηφισιάς, σήμερα θα ήταν μόνο ένας λαϊκιστής, εθνικιστής δικτάτορας. Θα βρισκόταν επίσης ατιμωτικά καταδικασμένος ως ένας από τους ολετήρες της Μικρασιατικής Καταστροφής. Όμως διέθετε στρατηγικό νου και καταλάβαινε ότι -όπως αποδείχτηκε και κατά το Διχασμό- η Ελλάδα πρέπει να συνταχθεί με τις δυνάμεις της θάλασσας, παρά την ιδεολογική συνάφεια τους καθεστώτος Μεταξά με τους κυρίαρχους τότε φασισμό και ναζισμό.
Από την απογοήτευσή του για τους ιδεολογικούς συμμάχους και τις ενοχές του απέναντι στο Βενιζέλο, όπως διαφαίνονται στα ημερολόγιά του (στο υπόλοιπο του άρθρου του Σπ. Κουτρούλη), φαίνεται ότι, τελικά, στο τέλος της ζωής του ο Μεταξάς είχε αρχίσει να ισορροπεί αναστοχαστικά και να μαθαίνει. Τα μαθήματα όμως στοίχισαν ένα αδελφοκτόνο Διχασμό, μια ανείπωτη ιστορική Καταστροφή και ένα σκληρό κυνηγητό αντιφρονούντων.
Τουλάχιστον, ο Μεταξάς λυτρώθηκε με ένα ιστορικό "ΟΧΙ", τούτη τη φορά σε σύμπνοια με το αίσθημα των υπόλοιπων Ελλήνων.