
Ελληνική Επανάσταση: Πολεμικά Διπλώματα και Υποσχετικές/Ομολογίες
Διάβάζοντας την βιογραφία του Βρετανού ναυτικού και θερμού φιλέλληνα Φρανκ Άμπνεϋ Χέιστινγκς (Άστιγξ, Frank Abney Hastings), από τον ιστότοπο της "Έταιρίας για τον Ελληνισμό και τον Φιλελληνισμό - ΕΕΦ" (Frank Abney Hastings Βρετανός στρατιωτικός, Φιλέλληνας, ιδρυτής του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού, ήρωας της Επανάστασης του 1821, εθνικός ευεργέτης της Ελλάδας - Εταιρεία για τον Ελληνισμό και τον Φιλελληνισμό (eefshp.org)), σταμάτησα σε δύο ιστορικά έγγραφα, κειμήλια του Aγώνα και της εποχής, με ιστορική αλλά και οικονoμική σημασία:
Το πρώτο επεξηγείται ευσύνοπτα στο κείμενο της ΕΕΦ:
ΠΟΛΕΜΙΚΟΝ ΔΙΠΛΩΜΑ 1826 – Η Διοικητική Επιτροπή της Ελλάδος διορίζει τον καπετάν Γιάννη Γ. Κούτζη και το πλοίο του «Θεμιστοκλής» στον Εθνικό Στόλο για να συμμετέχει στον κοινό αγώνα κατά του εχθρού.
Υπογραφές της Επιτροπής, A.Ζαΐμης, Π. Μαυρομιχάλης, Αναγν. Δεληγιάννης, Γ. Σισίνης, Δ. Τσαμαδός, Α. Χατζηαναργύρου, Σ. Τρικούπης, Α. Ίσκος, Ι. Βλάχος, Π. Δημητρακόπουλος.
Σφραγίδα της Επιτροπής και υπογραφή του γενικού γραμματέα Κ. Ζωγράφου. Ναύπλιο 5 Αυγούστου 1826 (Συλλογή ΕΕΦ).
Λεπτομέρεια: Ο Γιάννης Γ. Κούτζης ήταν ένας σημαντικός αγωνιστής της Ελληνικής Επανάστασης, ο οποίος δεν έχει προβληθεί όσο του αξίζει επειδή έχει συνδέσει το όνομά του με την αντιδικία που είχε με την Μπουμπουλίνα που κατέληξε στον θάνατό της.
Το κείμενο γράφει:
" Αρ. 393, Η ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΗς ΕΛΛΑΔΟΣ, Πολεμικόν Δίπλωμα
ΔΙΟΡΙΖΕΤΑΙ Ο (καραβοκύρης, εδώ Ιωάννης Κούτζης) με το πλοίον(;) ονομαζόμενον (εδώ "Θεμιστοκλής") ωπλισμένον με κανόνια (αριθμός) και έτερα όπλα, και εφόδια πολεμικά, αναγκαία εις μάχην και με τους κατά Νόμον Θαλάσσιον αξιωματικούς, μία των πολεμικών νηών του Ελληνικού Στόλου, και Κυβερνήτης αυτής.
Εύελπις η Διοίκησις, ότι θέλει διέρχεται, συμπλέει και συμμαχεί μετά των άλλων πολεμικών νηών της Ελληνικής Διοικήσεως με αφοβίαν και ηρωικήν γενναιότητα εις τον κοινόν αγώνα κατά του εχθρού, και κατά μέρος τρέχει μετ' εντελούς ευπειθείας, όπου ποτ' αν διοριστεί παρά του Ναυάρχου.
Όπως αναλόγως της γενναιότητας, ευπειθείας, και των ηρωικών αυτού ανδραγαθημάτων, αντιβραβευθεί και τιμηθεί παρά της Διοικήσεως, εν καιρώ τω δέοντι.
Εδόθη παρά της Διοικητικής Επιτροπής κεκυρωμένον, τη σφραγίσει αυτής και ταις ιδίαις υπογραφαίς.
Εν Ναυπλίω τη 05 (μήνας) 1826 και έκτου(;) έτους της Ανεξαρτησίας.
Ακολουθούν η σφραγίδα και οι ιδιόχειρες υπογραφές όλων των προαναφερθέντων Μελών της Διοικήσεως.
Κάνω μερικές παρατηρήσεις:
1. Είναι τυπωμένο. Στο Ιστορία της ελληνικής τυπογραφίας - Βικιπαίδεια (wikipedia.org) γράφεται ότι "...τον καιρό της Ελληνικής Επανάστασης εμφανίζονται και τα πρώτα τυπογραφεία στις περιοχές που σιγά-σιγά ελευθερώνονταν, Καλαμάτα-Κορίνθο (1821-1822), Μεσολόγγι (1823-1825), Ύδρα (1824-1827), Αθήνα (1825-1826), Ψαρά (1824)...". Εδώ μάλλον έχουμε το τυπογραφείο της Ύδρας.
2. Υπάρχει μεγάλος αύξων αριθμός (#323) ήδη μετά έξι χρόνια από "εποχής Ανεξαρτησίας". Μια και δεν υπάρχει κάποια ημερομηνία λήξης, καταλαβαίνουμε ότι υπήρχαν -συνδυαστικά- μεγάλος αριθμός μισθώσεων διαφορετικών πλοίων καθώς και κάποιες επαναλήψεις διορισμών σε ορισμένους πλοιοκτήτες, ίσως λόγω φθοράς, ίσως λόγω ανάκλησης του διπλώματος μετά από διαφωνία των δύο μερών. Η κινητοποίηση πάντως φαίνεται να ήταν εντυπωσιακά μεγάλη.
3. Γίνεται αναφορά σε ευπείθια και σύνταξη με τις οδηγίες του Ναυάρχου. Δεν πρόκεται για συγκρότηση τακτικού στόλου, παρά την κατ'ευφημισμό ονομασία "Ελληνικός Στόλος". Παρόμοια προσπάθεια συγκρότησης τακτικού στρατού στη στεριά, ώστε να τηρεί Στρατιωτικό Κανονισμό, να έχει ιεραρχική δομή, να μάχεται με σχεδιασμένες στρατιωτικές τακτικές, να τηρεί την εσωτερική πειθαρχία και να υπακούει στην Κυβέρνηση (Προσωρινή Διοίκηση), απέτυχε πλήρως. Εντούτοις, φαίνεται ότι στον θαλάσσιο αγώνα υπήρξε πιο ρυθμισμένη σχέση μεταξύ πλοιοκτητών και Διοίκησης. Αυτό συνέβη ίσως λόγω της τριβής των θαλασσινών καπεταναίων με τους κανόνες του εμπορίου με τη Δύση, κανόνες οι οποίοι προσαρμόζονταν σε πιο αυστηρό νομικό πλαίσιο και σε γραπτό κώδικα. Στο τέλος όμως μόνο ιδία θελήσει και με τον ευτυχή συνδυασμό πατριωτισμού αλλά και της -δίκαιης- προσδοκίας υλικής ανταμοιβής -έστω αποζημίωσης-, οι πλοιοκτήτες αναλάμβαναν μεγάλους προσωπικούς και υλικούς κινδύνους, ακόμη μεγαλύτερους από τους καπετάνιους της στεριάς.
4. Η ανταμοιβή προσδιορίζεται σε αναλογία με την γενναιότητα (αφήνοντας χώρο για υποκειμενική ερμηνεία), την ευπείθεια (αυτονόητο αυτό, κάπως πιο εύκολο να αποτιμηθεί), και τα ηρωικά ανδραγαθήματα (επίσης αυτονόητο και πιο άμεσα μετρήσιμο). Αλλά και στο σύγχρονο Στρατό η αποδοτικότητα του στρατιώτη αποτιμάται σε διάγραμμα "Ικανός-Πρόθυμος", κριτήρια δηλαδή αντίστοιχα της αποδοτικότητας (ανδραγαθήματα) και του χαρακτήρα (γενναιότητα/ευπείθια). Στις σύγχρονες επιχειρήσεις, με τα ίδια κριτήρια κρίνεται επίσης κανείς (βεβαίως, ειπομένα όλα αυτά τα απλά και αυτονόητα, με άλλες πιο "μοντέρνες" εκφράσεις).
5. Τα Μέλη της Διοικητικής Επιτροπής υπογράφουν όλοι με φυσική υπογραφή. Το έγγραφο πρέπει να κυκλοφορούσε μεταξύ τους για κάμποσο καιρό μέχρι να υπογράψουν όλοι. Και είναι πολλοί! Αυτό από μόνο του είναι δείγμα συγκεντρωτισμού και πολυαρχίας. Παρατηρούμε επίσης ότι τα ονόματα των υπογραφόντων είναι "βαριά". Όλες οι κεφαλές της ΔΙΟΙΚΗΣΕΩΣ εννοούσαν να έχουν λόγο ακόμα σε έναν απλό ναυτικό διορισμό!
6. Η "αντιβράβευση και η τιμή" μετατίθενται στο μέλλον ("καιρώ τω δέοντι"), ενώ ούτε προσδιορίζεται επακριβώς το υλικό ή ηθικό στοιχείο της ανταμοιβής. Πώς θα μπορούσε άλλωστε; Καταλαβαίνουμε λοιπόν ότι μόνο οι ριψοκίνδυνοι καπεταναίοι παλαιάς κοπής, αυτοί οι τολμηροί θαλασσόλυκοι που ανασύστησαν τον ελληνικό στόλο στη Μεσόγειο κατά τον 18ο αιώνα, αψηφώντας καιρούς, αποκλεισμούς και πανίσχυρους στόλους αυτοκρατοριών (γιατί οι Έλληνες καραβοκύρηδες εξασκούσαν και την πειρατεία συνάμα, μαζί με το νόμιμο εμπόριο), μπορούσαν να αναλάβουν τέτοιες παράτολμες αποστολές. Είναι βέβαιο όμως ότι τα κίνητρά τους ήταν πρωτίστως εθνικά, ειδάλλως θα μπορούσαν να τηρήσουν πιο εφεκτική στάση απέναντι στην Επανάσταση και να επιδιώξουν ξανά -όπως και πριν τους Ναπολεόντειους πολέμους- την μίσθωση των πλοίων τους σε αλλοδαπούς τόπους.
Ας δούμε παρακάτω μια προσπάθεια τυποποίησης της αμοιβής για όποιον συναλλασσόταν με την ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ, μέσω των υποσχετικών που εξέδιδε το "ΕΘΝΙΚΟΝ ΤΑΜΕΙΟΝ".
Αναγράφεται:
"ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΔΙΟΙΚΗΣΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ, ΕΘΝΙΚΟΝ ΤΑΜΕΙΟΝ
Χρεωστούνται Γρόσια Χίλια, με τόκον οκτώ τα εκατόν, διδόμενον κατ' εξαμηνίαν, και εξοφλούνται εις τρία έτη. Η παρούσα ομολογία είναι δεκτή εις αγορά εθνικών κτημάτων· προτιμάται από μετρητά· είναι δεκτή και εις τα συναλλάγματα, κατά τον Νόμον τον εκδοθέντα εν Επιδαύρω τη "ιη" Ιανουαρίου αωκβ Αρ. α.
Εν Κορίνθω τη 25 Απριλίου 1823.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΥ (Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος), Ο Μινίστρος της Οικονομίας (Πανούτσος Νοταράς), Ο Αρχιγραμματεύς της Επικρατείας (Θεόδωρος Νέγρης). "
Παρατηρήσεις:
1. Είναι τυπωμένο και μάλιστα ήδη από το 1823. Σύμφωνα με τα παραπάνω, είναι τυπωμένο μάλλον "εν Κορίνθω", εκεί όπου ήταν η έδρα του "Μινίστρου της Οικονομίας" Πανούτσου Νοταρά (μεγαλοκοτζάμπαση της Κορινθίας).
2. Ο αύξων αριθμός του (42) δεν είναι μεγάλος. Στους 15 περίπου μήνες από την ψήφιση του σχετικού Νόμου στην Επίδαυρο (όπως αναφέρει η Ομολογία) είναι ζήτημα αν είχαν εισπραχθεί 40 χιλιάδες γρόσια, καθώς δεν ξέρουμε αν ομολογίες σαν αυτή που βλέπουμε είχαν αγοραστεί ή απλά εκδόθηκαν και παρέμειναν αζήτητες. Είχαν εκδοθεί και άλλες παρόμοιες ομολογίες για 100, 200, 500 και 750 γρόσια αντίστοιχα, ώστε να λειτουργήσουν ως χαρτονόμισμα και να διευκολύνουν τις συναλλαγές. Είναι φανερό όμως ότι σύντομα απαξιώθηκαν και δεν απέκτησαν σοβαρή κυκλοφορία.
3. Λίγα θεωρητικά για αρχή: πρόκειται για ομολογία/υποσχετική, αυτό που με σύγχονους όρους λέγεται διεθνώς "IOU" (I owe you) και στην απλούστερη μορφή του είναι ιδιόχειρη επιστολή υπόσχεσης. Ο εκδότης της υποσχετικής ομολογεί (ομολογία) ότι αναλαμβάνει να αποζημιώσει σε είδος ή χρήμα κάποιον που έχει προσφέρει αγαθά ή υπηρεσίες στον εκδότη, αλλά όχι απαραίτητα, καθώς ο εκδότης μπορεί να αναλάβει να αποζημιώσει τον δικαιούχο για χρέη τρίτου προς αυτόν. Σε πιο ελεύθερη και τυποποιημένη μορφή, όταν επιτράπηκε η μεταβίβαση της ομολογίας -με ρητή αναφορά στο σώμα της-, αυτή απέκτησε μεγαλύτερη ευελιξία και ευχερέστερη χρήση. Η ομολογία/υπόσχεση δεν απαιτείται έτσι να εκπληρωθεί προς τον αρχικό δικαιούχο αλλά μόνο στον κομιστή. Το μεταβιβάσιμο έγγραφο με αυτό τον τρόπο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για κάθε συναλλαγή μεταξύ των κομιστών του και μετατρέπεται σε χρήμα. Αυτό βέβαια μόνο στο βαθμό που ο εκδότης διατηρεί την αξιοπιστία του απέναντι σε όλους τους συναλλασσόμενους (του ενδεχόμενους κομιστές).
Εδώ εκδότης είναι η "ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΔΙΟΙΚΗΣΙΣ" (εκπροσωπούμενη από τον "Πρωθυπουργό" Μαυροκορδάτο, τον "Υπουργό Οικονομικών" Νοταρά και τον "Υπουργό Επικρατείας" Νέγρη. Η ομολογία επιζητά να δανειστεί 1000 Γρόσια έναντι αποπληρωμής σε τρία χρόνια, καταβάλλοντας τόκο 8%. Το τούρκικο νόμισμα ήταν ακόμη αυτό που κυκλοφορούσε και αποθησαυριζόταν.
4. Οι ενδεχόμενοι δανειστές ήταν μάλλον οι έμποροι/καπεταναίοι των ναυτικών νησιών, οι πρόκριτοι και οι κοτζαμπάσηδες της εποχής, αφού μόνο αυτοί είχαν χρηματικό απόθεμα και μπορούσαν να κρίνουν επαρκώς την αξιοπιστία της ΔΙΟΙΚΗΣΕΩΣ. Σήμερα θα τους λέγαμε θεσμικούς επενδυτές.
5. Ο τόκος είναι σχετικά χαμηλός. Ας σκεφτούμε ότι τα "δάνεια της Ανεξαρτησίας" που συνάφθηκαν στην Αγγλία το 1824 και 1825 είχαν τελικό επιτόκιο μεταξύ 9%-10%. Αν και δεν μιλάμε για το ίδιο έτος, η σύγκριση δηλώνει ότι η Διοίκηση επιδίωκε να δανειστεί εσωτερικά με καλύτερους όρους από ότι στις χρηματαγορές του εξωτερικού. Δεν είναι να απορεί κανείς που δεν υπήρξε ανταπόκριση. Γιαυτό μετά την εξάντληση των πόρων που προέκυψαν από τα λάφυρα των πρώτων δύο ετών, όταν κατακτούνταν εδάφη και πόλεις (οι Τούρκοι αποχωρούσαν πουλώντας όσο-όσο τον ακίνητο και κινητό τους πλούτο), ο αγώνας έφτασε σε χρηματοδοτικό αδιέξοδο.
4. Υπάρχει όμως η αναφορά για τα "εθνικά κτήματα", τον ακίνητο πλούτο των τούρκων -κυρίως τα τσιφλίκια ιδιωτών και οθωμανικών ιδρυμάτων- ο οποίος απαλλοτριώθηκε από την Διοίκηση ως λάφυρο πολέμου (ήταν πολύ μεγάλα κτήματα για να μπορεσουν να εξαγοραστούν από ιδιώτες). Ο ομολογιούχος/δανειστής θα μπορούσε να εξαγοράσει τα κτήματα, αν και όταν αυτά πλειστηριάζονταν, προσκομίζοντας τις εν λόγω ομολογίες αντί χρημάτων (μετρητών). Δεν μπορεί να θεωρήσει κανείς αυτή την αναφορά ως κάποιο είδος προνομίου προς τον ομολογιούχο, ο οποίος είχε ήδη παραδώσει τα 1000 γρόσια του στη ΔΙΟΙΚΗΣΗ. Ήταν όμως μια διαβεβαίωση ότι δεν θα ζημιωνόταν αν προσερχόταν στον πλειστηριασμό χωρίς μετρητά. Το ενδιαφέρον όμως είναι άλλο: η ίδια η αναφορά στα εθνικά κτήματα δείχνει ότι οι αγοράστες στους οποίους στόχευε η ομολογία (το target market) είχαν τελικό σκοπό να αγοράσουν τα εθνικά κτήματα. Αυτά όμως σύντομα δόθηκαν ως υποθήκη (mortgage) στα δάνεια που σύναψε η ΔΙΟΙΚΗΣΗ (ομολογίες και αυτές) με τους τραπεζικούς οίκους στην Αγγλία. Αυτό έγινε πια ένα πραγματικό προνόμιο για τους δανειστές.
Για τις περιπέτειες της ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΕΩΣ και των "Εθνικών γαιών" θα επανέλθω κάποια στιγμή με ξεχωριστά άρθρα, αλλά μπορεί κάποιος να ενημερωθεί από τους παρακάτω συνδέσμους.