Skip to main content

Α-πορούμε ώστε να πορευόμαστε.

Η περιπέτεια των Κρητικών Δραχμών και της Τράπεζας Κρήτης

Από την εποχή των αρχαίων ελληνικών πόλεων, που κάθε μία έκοβε τα δικά της μεταλλικά νομίσματα με τα σύμβολα της πόλης στην μια πλευρά (γλαύκα για την Αθήνα, χελώνα για την Αίγινα κλπ.), στην εποχή των Ελληνιστικών Βασιλείων όπου για πρώτα φορά εμφανίζονται πορτραίτα των Διαδόχων και των Βασιλέων πάνω στα νομίσματα με τους όλο καύχημα τίτλους (Σωτήρ, Μέγας κλπ.), μέχρι στην εποχή των χαρτονομισμάτων, όπου σε μεγαλύτερη και πιο εύκολα τυπώσιμη επιφάνεια παρουσιάζονται πολλές και λεπτομερείς παραστάσεις τόπων και συμβόλων, γεγονότων, όπως και πορτραίτα ηγεμόνων, ηρώων, προσωπικοτήτων, το νόμισμα γενικώς στάθηκε το πιο αποτελεσματικό και ισχυρό εργαλείο προπαγάνδας της εκδίδουσας αρχής (πόλη, κράτος, ηγεμόνας). Αυτό συμβαίνει λόγω του ίδιου του σκοπού του χρήματος που χρησιμεύει σαν αντίτιμο στις εμπορικές και οικονομικές συναλλαγές. Αυτό άλλωστε σημαίνει "χρήμα": κάτι που το οποίο χρησιμεύει σε κάτι.

Το φυσικό χρήμα κυκλοφορεί συνεχώς στα χέρια των συναλλασσόμενων, που παρατηρούν και εξετάζουν λεπτομερώς τα εμφανή/υλικά αλλά και τα συμβολικά στοιχεία  αξίας του (βάρος, σχήμα, υφή, παραστάσεις, τίτλοι, επιγραφές, σφραγίδες) πριν το ανταλλάξουν μεταξύ τους. Οι χρήστες του φυσικού χρήματος παρατηρούν και εντυπώνουν στη μνήμη τους καθημερινά και έντονα εικόνες, σύμβολα, πρόσωπα και παραστάσεις που απεικονίζονται πάνω στο νόμισμα. Ακόμα και ως αποταμιευμένο (σε απόσυρση απο την κυκλοφορία), το νόμισμα δεν παύει να εμφανίζεται αραιά ή πιο συχνά εμπρός στα μάτια των κατόχων του, προς επιβεβαίωση της φυσικής του ύπαρξης και της αντοχής του στη φθορά. Είναι μια μικρή αλλά ανθεκτική και προνομιακή επιφάνεια, πάνω στην οποία ο εκδότης μεταδίδει μηνύματα κύρους, εξουσίας, πολιτικής και ιστορικής κατεύθυνσης, όπως και προσδιορισμού και επιβεβαίωσης της εθνικής ταυτότητας, προς όλους τους συναλλασσόμενους, συντοπίτες ή ξένους, πολίτες της χώρας ή της αλλοδαπής [1].

Μετά από αυτά τα εισαγωγικά για την προπαγανδιστική αξία του φυσικού χρήματος, παραθέτω αυτούσιο το πρώτο μέρος του άρθρου της Βικιπέδια για την Κρητική Δραχμή. 

δραχμή υπήρξε νόμισμα της Κρητικής Πολιτείας από το 1901 έως και το 1929. Συνέχισε δηλαδή να αποτελεί νόμιμο χρήμα για 16 χρόνια επιπλέον μετά την ένωση του νησιού με την υπόλοιπη Ελλάδα το 1913. Υποδιαιρείτο σε 100 λεπτά.

Ιστορικό

Το 1898 η Κρήτη αυτονομείται από την Οθωμανική Αυτοκρατορία και ο πρίγκιπας Γεώργιος αναλαμβάνει καθήκοντα ύπατου αρμοστή της νεοσύστατης πολιτείας. Την έλευση του πρίγκιπα ακολουθούν σειρά μεταρρυθμιστικών αποφάσεων που επιχειρούν να προσαρμόσουν την ζωή στο νησί στην νέα κατάσταση. Στα πλαίσια αυτών των μεταρρυθμίσεων αποφασίζεται η κοπή νέου νομίσματος το οποίο επιχείρησε να αντικαταστήσει τα κυρίως τουρκικά νομίσματα τα οποία χρησιμοποιούσαν στις συναλλαγές στο νησί. Με διάταγμα του Γεωργίου την 17/4/1900 που καταχωρήθηκε στην εφημερίδα της κυβέρνησης της Κρητικής πολιτείας σαν νόμος υπ΄αριθμ. 157β ορίζεται αποκλειστικό προνόμιο της πολιτείας το δικαίωμα κοπής νομισμάτων ενώ η έκδοση χαρτονομισμάτων εκχωρείται στην νεοσυσταθείσα Τράπεζα Κρήτης.

Η απόφαση όριζε επίσης την κοπή χρυσών, αργυρών, χάλκινων και χαλκονικέλινων νομισμάτων αλλά τελικά τα χρυσά νομίσματα δεν κόπηκαν ποτέ.

Μετά την ένωση της Κρητικής Πολιτείας με την υπόλοιπη Ελλάδα και την δημιουργία ενιαίου κράτους το 1913, η δραχμή συνέχισε να υφίσταται ως νόμισμα και αποτελούσε νόμιμο χρήμα σε όλη την ελληνική επικράτεια. Το 1923 αποφασίζεται η διατήρηση στην κυκλοφορία μόνο των αργυρών νομισμάτων ενώ το 1929 με τον νόμο που όριζε την απόσυρση όλων των αργυρών νομισμάτων τα οποία κυκλοφορούσαν έως τότε, αποσύρονται από την κυκλοφορία και τα τελευταία αργυρά νομίσματα της δραχμής της Κρητικής Πολιτείας η οποία πλέον περνά στην ιστορία."

Βλέπουμε κατωτέρω την εικόνα του χαρτονομίσματος των "εκατό δραχμών" (εμπρόσθια και οπίσθια όψη) που εξέδωσε η Τράπεζα Κρήτης για λογαριασμό της Αυτόνομης "Κρητικής Πολιτείας". 

Και εδώ το αργυρό πεντάδραχμο.

Για την νεοσύστατη Αυτόνομη Κρητική Πολιτεία, με ακόμη αναλογική αντιπροσώπευση των πολυάριθμων μουσουλμάνων κατοίκων της στο κοινοβούλιο (την "Κρητική Συνέλευση"), όπως και στα αστυνομικά και δικαστικά όργανά της, το να εκδίδει νόμισμα με όνομα "δραχμή", με την παράσταση του Δία και του Ύπατου Αρμοστή Πρίγκηπα Γεωργίουα και σε πλήρη ελληνική γραφή, ήταν τρανή δήλωση πλήρους ανεξαρτησίας, σχεδόν προκλητική και σίγουρα προσβλητική για την επικυρίαρχό της Οθωμανική Αυτοκρατορία.[2] Η έλλειψη αντίδρασης από την τελευταία υποδεικνύει το βαθμό αποσύνθεσής της εκείνη την ώρα. 

Η μοναδική υποψία της τυπικής σχέσης υποτέλειας εμφανιζόταν στο εθνόσημο της Κρητικής Πολιτείας, το οποίο προφανώς πέρασε από μεγαλύτερη λογοκριτική επεξεργασία από τις Μεγάλες Δυνάμεις (Αγλία, Ρωσία, Γαλλία, Ιταλία) αλλά και από την ίδια την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Παρ' ότι στην ουσία το εθνόσημο της Κρητικής Πολιτείας ήταν αντιγραφή του αντίστοιχου του Βασιλείου της Ελλάδος, μια αλλαγή στο χρώμα του χιτώνα από ερμίνα, μερικές "οθωμανικές" φούντες κάτω από την κορώνα, καθώς και ένα λευκό άστρο στο κόκκινο άνω αριστερό τεταρτημόριο της σημαίας, ήταν τα μόνα στοιχεία -επουσιώδη και μάλλον δυσδιάκριτα πια- που δήλωναν την τυπική χαλαρή σχέση με την επικυρίαρχο αυτοκρατορία.

Ο σταυρός στην κορώνα και στη σημαία, για ένα κράτος που δήλωνε -θεωρητικά- ισονομία μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων, ήταν σαφής υπενθύμιση για τους τελευταίους ότι οι μέρες τους στη Μεγαλόνησο έπρεπε να είναι μετρημένες. Δεν υπήρχε καμία αμφιβολία ότι η Κρήτη θα ακολουθούσε σύντομα τα Ιόνια νησιά και τη Θεσσαλία στην πορεία ενσωμάτωσης των περιοχών του ιστορικού Ελληνισμού στο νεοσύστατο Ελλαδικό Κράτος (με προσωρινή πρωτεύσουσα την Αθήνα), μέχρι της τελικής ανασύστασης του νεώτερου Ελληνικού Κράτους στα εδάφη της ιστορικής κοιτίδας του βυζαντινού Ελληνισμού, με πρωτεύουσά του την Κωνσταντινούπολη. Αυτή ήταν η Μεγάλη Ιδέα

Και δυο λόγια για την Τράπεζα Κρήτης.

Αυτή ιδρύθηκε το 1899 από την Κρητική Πολιτεία και έλαβε το "εκδοτικό προνόμιο" δηλαδή το μονοπώλιο της έκδοσης νομίσματος (κέρματα και χαρτονομίσματα) ως πολλαπλάσια της "Κρητικής Δραχμής". Συστήθηκε σχεδόν αμέσως μετά την ανακύρηξη της Αυτονομίας, για να εκμεταλλευτεί από την πρώτη στιγμή την τεράστια προπαγανδιστική σημασία του νομίσματος και να κατωχυρώσει την πλήρη ανεξαρτησία οικονομικής πολιτικής της Κρητικής Πολιτείας. Παραθέτω αυτούσια το πρώτο μέρος του άρθρου της Βικιπεδια:

"Μετά την ίδρυση της Κρητικής Πολιτείας το 1898 και με διάταγμα της Κρητικής κυβέρνησης ιδρύεται η Τράπεζα Κρήτης με έδρα τα Χανιά στις 30 Σεπτεμβρίου του 1899.

Τα απαραίτητα κεφάλαια τα οποία ήταν 10.000.000 δραχμές κατέβαλαν η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος μαζί με όμιλο Άγγλων τραπεζιτών (οίκος Ροθτσιλντ).

Έτσι η Τράπεζα Κρήτης ήταν προνομιούχος. Το Ελληνικό κράτος δηλαδή της είχε παραχωρήσει το δικαίωμα της έκδοσης και κυκλοφορίας χαρτονομίσματος στην Κρήτη όπως είχε κάνει με την Ιονική για τα Επτάνησα και την Τράπεζα Ηπειροθεσσαλίας για τις “Νέες Χώρες”.

Η κυβέρνηση της παραχώρησε αποκλειστικά προνόμιο της έκδοσης χαρτονομισμάτων της Δραχμής της Κρητικής Πολιτείας. Το προνόμιο αυτό το διατήρησε και μετά την ένωση της Κρήτης με την υπόλοιπη Ελλάδα το 1913 έως και το 1919 οπότε συγχωνεύτηκε με την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος."

Προκαλεί εντύπωση η συμμετοχή του οίκου Ρόθτσαϊλντ (Rothchild) στο αρχικό μετοχικό κεφάλαιο. Υποδηλώνει σαφώς την εγγύηση του Βρετανικού Στέμματος και του χρηματοοικονομικού κατεστημένου του Λονδίνου για την επερχόμενη ουσιαστική ανεξαρτησία της "Κρητικής Πολιτείας". Είναι --όντως τόσο σημαίνουσα και σημαντική η επένδυση της εβληματικής τραπεζιτικής οικογένειας. Σε μια εποχή που η Βρετανία ήταν η κυρίαρχη αυτοκρατορία του κόσμου, αποφασισμένη να προστατέψει με κάθε μέσο τα συμφέροντα των υπηκόων της σε κάθε γωνιά της Γης, η συμμετοχή των Ρόθτσαϊλντ στην πρώτη και μόνη τράπεζα της Μεγαλονήσου προέβαλλε ένα συμβολισμό τεράστιας οικονομικής και διπλωματικής ισχύος. Πρόκειται για κεφαλαιώδη επιτυχία του τότε ελληνικού πολιτκού και διπλωματικού σώματος, αυτών οι οποίοι προσκάλεσαν αρχικά και έπεισαν τελικά τον Οίκο των Ρόθτσαϊλντ να επενδύσει στην περιοχή.

Σε σχέση με την οικονομική και νομισματική ανεξαρτησία που συνεπάγεται από την κοπή νέου νομίσματος από την Κρητική Πολιτεία: παρ' ότι στο άρθρο για την Τράπεζα Κρήτης (βλ. ανωτέρω) γράφεται ότι το εκδοτικό προνόμιο εκχωρήθηκε από το Ελληνικό Κράτος -όπως στη Θεσσαλία και την Ιόνιο Πολιτεία- η αναφορά αυτή πρέπει να είναι ανακριβής. Το ορθό μάλλον είναι ότι η απόφαση για την έκδοση νομίσματος είναι της ίδιας της Κρητικής Πολιτείας (βλ. πιο πάνω για το διάταγμα του Υπάτου Αρμοστή). Αυτό μόνο, το τελευταίο, είναι συνεπές νομικά και διπλωματικά, καθώς το Βασίλειο της Ελλάδος δεν είχε δικαιοδοσία επί της Κρητικής Πολιτείας [3]

Με τον ίδιο τρόπο, δεν εννοείται να είναι "νόμιμο χρήμα" (legal tender) η κρητική δραχμή στην υπόλοιπη επικράτεια του Βασιλείου της Ελλάδος, τουλάχιστον μέχρι την ενσωμάτωσή της στο ενιαίο Κράτος το 1913. [4].

Κατωτέρω παρουσιάζεται η σφραγίδα της Τράπεζας. 

 

Σημειώσεις:

[1]: Από τα μέσα του 19ου αιώνα και μέχρι τα τέλη του 20ου αιώνα το γραμματόσημο αποτέλεσε μια δεύτερη πλατφόρμα προπαγάνδας για το Κράτος-εκδότη (που όπως και για το νόμισμα, είχε μονοπώλιο της έκδοσης). Με την έλευση της επανάστασης της ηλεκτρονικής αλληλογραφίας (e-mail) και των ηλεκτρονικών μηνυμάτων (sms/mms, emojis) τα γραμματόσημα έχασαν την προηγούμενη αίγλη τους. Παραμένουν πάντως σχεδιαστικά κομψοτεχνήματα και ακόμα ένα μονοπωλιακό πεδίο άσκησης κρατικής προπαγάνδας. 

[2]: Ας σκεφτούμε τη Βαυαρία να εκδίδει αύριο ένα "βαυαρικό μάρκο", το Τέξας ένα "τεξανό δολλάριο" αντίστοιχα και να τα διανείμουν στους πολίτες τους ως νόμιμο χρήμα. Πρόκειται στην πράξη για δήλωση οικονομικής αυτονομίας -κατ' ελάχιστο. Με τον ίδιο τρόπο η Ουγγαρία, η Τσεχία και η Πολωνία, διατηρώντας το δικό τους νόμισμα εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διακηρύσουν τα όρια της οικονομικής και νομισματικής τους εξάρτησης από την κοινή οικονομική πολιτική της Ευρωζώνης.

[3]: τόσο οι Ιόνιοι Νήσοι, όσο και η Θεσσαλία δεν πέρασαν πρώτα από το στάδιο της Αυτονομίας. Οπότε, στις επικράτειές τους το Ελληνικό Κράτος (το "Βασίλειο της Ελλάδος") απέκτησε εξ αρχής πλήρη δικαιοδοσία

[4]: Για τα ζητήματα αυτά χρειάζεται μεγαλύτερη έρευνα και ελπίζω να βρεθεί ο χρόνος στο μέλλον ώστε να συμπληρωθεί -ή να διορθωθεί- η εδώ αρχική μου εκτίμηση. 

[5]: Για την εξέλιξη της Τράπεζας Κρήτης από το 1919 και μετά μπορούν να ειπωθούν εν συντομία τα εξής: η τράπεζα έμεινε εν υπνώσει μέχρι την χουντική περίοδο (υπήρξαν κάποιες άκαρπες προσπάθειες επανενεργοποίησής της), οπότε επανεκκίνησε τις αναιμικές τραπεζικές της εργασίες. Στα μέσα της δεκαετίας του '80 απέκτησε τον έλεγχο και τη μετοχική της πλειοψηφία ο πρώην υπάλληλός της -και πρόσωπο ήδη αμφιλεγόμενης νομιμότητας- Γιώργος Κοσκωτάς. Το λεγόμενο "σκάνδαλο Κοσκωτά" αφορά πλαστογραφίες, και κατάχρηση κεφαλαίων προς εξαγορά πολιτικών, εκδοτικών και ποδοσφαιρικών συμφερόντων. Η υπόθεση οδήγησε στην πτώση της τότε κυβέρνησης του Α. Παπανδρέου και στην παραπομπή του σε Ειδικό Δικαστήριο (αθωώθηκε). Η ίδια η τράπεζα, με το ιστορικό της όνομα, οδηγήθηκε σε εκκαθάριση και ουσιαστικά έπαψε να υπάρχει. 

 

 

 

 

 

Νόμισμα, Κρητική Πολιτεία, Θυρεός, Βασίλειο της Ελλάδος, Τράπεζα Κρήτης, Χρήμα